Κάθε που χαράζει οι κεραίες μου διαστέλλονται
Εκπέμπουν στα γειτονικά περβάζια
Εκπνέω καυσαέριο στα πλουμιστά περίστροφα των εκδορέων
Φυλακίζω ένα σπουργίτι στα στήθη μου
Το θηλάζω το κοιμίζω
Φτύνω τη γλώσσα των σαλιγκαριών
-των εθισμένων γενικώς σε χειμερία νάρκη
Το κέλυφός μου είν' αρκετά σκληρό
Δεν σπάει
Μόνο όταν μια ψιλή βροχή
νιαουρίσει τρεις φορές

nooon ooomnis moooriaaar (1)

Λίγο πριν καταπιώ την έβδομη ψυχή μου




(1) Δεν θα πεθάνω ολόκληρος, Ορατιος.


Άγρυπνες Αντιλόπες, Μανδραγόρας 2013.